εξάντης

εξάντης
Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ., 79 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης. Βρίσκεται 31 χλμ. ΒΑ του Ρεθύμνου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γεροποτάμου.
* * *
ἐξάντης, -ες (Α)
1. αυτός που βρίσκεται έξω από κάθε κύκλο, κυρίως έξω από κάθε ασθένεια, ο υγιής, ο αβλαβής
2. ακίνδυνος, αβλαβής («ἐξάντη φάσκοντες ποιήσειν», Δίων Χρυσ.)
3. (με γεν.) απαλλαγμένος από κάτι («ἐξάντης γίνεται τοῡ κακοῡ», Αιλ.)
4. μανιακός, μαινόμενος
5. (το ουδ. ως επίρρ.) ἐξάντες
εξεναντίας (Ησύχ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + άντα* «απέναντι»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἐξάντης — ἐξά̱ντης , ἐκ ἀντάω come opposite to imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἐξά̱ντης , ἐκ ἀντάω come opposite to imperf ind act 2nd sg (epic doric ionic aeolic) ἐξά̱ντης , ἐκ ἀντάω come opposite to imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἐκ ἀντάω come …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ASPIDES pictae — in diadematibus Regum Aegypti, invictum imperii robur denotabant. Aelian. l. 6. c. 38. Τῶν ὑπ᾿ ἀπίδος δηχθέντων οὐ μνημονεύεται οὐδεὶς ἐξάντης γεγονέναι τȏυ κακοῦ. Ε᾿νςθέν τοι καὶ τοὺς βασιλεῖς ἀκούω τῷν Αἰγυπτίων ἐπὶ τῶν διαδημάτων φορεῖν… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ανάντης — ες (Α ἀνάντης) ανηφορικός, ανοδικός, απότομος (αντίθ. κατάντης) νεοελλ. αυτός που προκαλεί δυσκολίες, αντίξοος, αντίθετος, δύσκολος, δυσμενής μσν. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἄναντες, η δυσκολία αρχ. αυτός που βρίσκεται στο ύψιστο σημείο «πρὸς τὸ ἄναντες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”